Αρχές Αυγούστου του 1518 μ.Χ.
είδα τη Frau Toffea να βγαίνει από το σπίτι της
σφίγγοντας στα χέρια ένα χαλασμένο ψωμί
χόρευε εκστατική στριφογυρίζοντας
και πίσω της χόρευαν σαν δαιμονισμένοι
και πίσω της χόρευαν σαν δαιμονισμένοι
άλλοι πολλοί που γίνονταν σιγά σιγά χιλιάδες.
Τα πόδια
μάτωναν, τα ρούχα τους κολλούσαν,
Το βλέμμα γυρισμένο στον ορίζοντα
όπου ξανθόμαλλοι 'αγγελοι φυσούσανε ασκούς
και ολόχρυσα καλάμια που δεν
βγάζανε ήχο
παρά μονάχα στάρι
μολυσμένο με ερισύβη,
που έπεφτε σαν
ξαφνική
βροχή.
Εσύ μου έγνεφες κρυφά να μη χορέψω,
δεν είναι γιορτή, μου λέγαν παρακλητικά τα μάτια σου
είναι παγίδα, είναι
η dancing plague, μην απαντάς
μ΄ έπαιρνε όμως
το ποτάμι των ανθρώπων
η δίνη του δαιμονικού χορού με έσερνε μακριά σου
σε άρρωστα
νερά, σε σκοτεινούς συρμούς
σε ακατανόητους πίνακες,
όπως αυτούς του Ιερώνυμου Μπος
και άλλων που χάθηκαν μες στην ανωνυμία, ζωγράφων.
No comments:
Post a Comment