Sunday, November 4, 2007

Αλατζά Ιμαρέτ

H Φράγκαινα ήταν φίλη της μητέρας μου . Ερχόταν καθημερινά στο σπίτι μας κρατώντας πάντα ένα πιάτο στο χέρι . Μας έφερνε κολοκυθόπιτες χειροποίητες , πασπαλισμένες με ζάχαρη άχνη , σαρμαδάκια από φρέσκα αμπελόφυλλα , σταφιδόψωμο και ξερά κόλλυβα και καμιά φορά φανουρόπιτα , ή πελτέ . Δεν έμαθα ποτέ το πραγματικό της όνομα , γιατί η μάνα μου τη φώναζε πάντα με το επίθετό της. Φράγκου τη λέγαν κανονικά . Ωστόσο το «Φράγκαινα» είχε καθιερωθεί με τα χρόνια και κανείς δεν έδειχνε να θυμάται πια το βαφτιστικό της όνομα .
Η Φράγκαινα ήταν χήρα κι είχε δυο γιους. Ο μεγάλος της ήταν ευτραφής με αδρά χαρακτηριστικά και μαύρα μαλλιά . Ο μικρός λεπτός και κοκκινομάλλης , γεμάτος πανάδες. ΄Εμοιαζε με ξωτικό. Είχε δυο παράξενα πράσινα μάτια που σε καρφώναν όταν σε κοιτάζαν. ΄Εμπαινε σα σίφουνας στο σπίτι του πετώντας με λύσσα τη γδαρμένη σχολική του τσάντα στο πάτωμα . Η Φράγκαινα του έβαζε τις φωνές. ΄Υστερα τον έπαιρνε με το καλό.
-΄Αντε Θοδωράκη, πάτε έξω με την Κατερίνα να παίξετε , του έλεγε.
Μας έδινε κι από μια φέτα ψωμί με βούτυρο και λίγες ελιές.
Παίζαμε βώλους μπροστά στο τζαμί. Το τζαμί βρισκόταν ακριβώς απέναντι απ΄ το σπίτι τους. Καθόμασταν κάτω απ΄ τις ασβεστωμένες καμάρες του κτιρίου και παίζαμε με τις ώρες. Δεν μιλούσαμε σχεδόν ποτέ . Γύρω μας αντηχούσαν οι φωνές των παιδιών που πλημμύριζαν την ίδια πλατεία . Καμιά φορά ακουγόταν και η καμπάνα απ΄ τη μικρή παλαιοημερολογίτικη εκκλησία που βρισκόταν παραδίπλα .

Ωστόσο το τζαμί αποτελούσε για μένα τόπο μυστηρίου. Όχι μόνο γιατί τότε δεν ήξερα τι ακριβώς είναι ένα τζαμί, αλλά γιατί το κτίριο ήταν μονίμως κλειστό και αμπαρωμένο .
Μια μέρα πέτυχα την πόρτα του ανοιχτή και πρόλαβα να ρίξω μια φευγαλέα ματιά μέσα. Θυμάμαι πως αντίκρισα μια άδεια κι απέραντη αίθουσα . Στη μέση της αίθουσας έκαιγε μια μαύρη σόμπα .΄Ένα μπουρί ανέβαινε ως την οροφή σαν ένα παράξενο μεταλλικό φυτό και γύρω του πετούσαν κάτι κοκαλιάρικα πουλιά. Δεν μπόρεσα να καταλάβω τι στ΄ αλήθεια συνέβαινε σ΄ εκείνο το κτίριο. Μου πέρασε η σκέψη πως το κατοικούσαν πεθαμένοι που δεν τολμούσαν όμως να βγούνε παραέξω και πως αυτοί ανάβαν τη σόμπα για να ζεσταθούν.
Μια μέρα έξω απ΄ την πόρτα του τζαμιού αντίκρισα μια ταμπέλα που έγραφε «Σώμα Προσκόπων».΄Ετσι έδωσα μια πρώτη εξήγηση στο αίνιγμα του κτιρίου και των ενοίκων του.
Μετά από χρόνια έμαθα ότι σ΄ εκείνη την πλατεία είχε περάσει τα παιδικά του χρόνια ο Ναζίμ Χικμέτ κι ότι το πραγματικό όνομα του τζαμιού ήταν Αλατζά Ιμαρέτ. Μόνο το όνομα της Φράγκαινας δεν το έμαθα ποτέ μου. Θαρρείς και το άφηνα επίτηδες να πλανιέται μέσα μου σαν ένα άλυτο μυστήριο , σαν ένα παλιό και επτασφράγιστο μυστικό.

3 comments:

Anonymous said...

Καλησπέρα!!!
Μεστή γραφή!!!

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΡΙΖΩΝΗ said...

Καλησπέρα onisime,
Αυτό είναι ένα απόσπασμα από ένα αφήγημα που αναφέρεται στα παιδικά μου χρόνια.Το πατρικό μου βρισκόταν στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου κοντά στο Αλατζά Ιμαρέτ και την Αίγλη , το Γενί Χαμάμ΄.

Anonymous said...

Η Θεσσαλονίκη γίνεται πάντα πιο μαγευτική από τους ανθρώπους της και τις περιγραφές τους!!!