Saturday, November 4, 2017

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΦΡΑΚΤΑΛ


Εγώ, ο Κρόνος.


Γράφει η Ζωή Σαμαρά //

Κατερίνα Καριζώνη, «Σκοτεινός χρόνος», Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2017, σελ. 44

Ο χρόνος, στη νέα ποιητική συλλογή της Κατερίνας Καριζώνη, μεταμορφώνεται ακατάπαυστα, ενώ απειλεί να εξαφανιστεί και να μας εξαφανίσει. Παραμένει πάντα σκοτεινός, κρυμμένος και κρυψίνους, εχθρικός. Το βιβλίο αρχίζει σημαδιακά με το ποίημα «Υποτίμηση» και πίσω από το νόμισμα υποψιαζόμαστε ότι κρύβεται η υποτίμηση των καιρών, ένα σιδήρεο γένος θνητών και αθανάτων. Εξάλλου, η παρακμή καραδοκούσε από την αρχή της ανθρωπότητας, στα κενά ανάμεσα στις μεταμορφώσεις του όντος και του χρόνου. Οι ήρωες των ποιητικών αφηγήσεών της είναι συχνά αντιήρωες, απλοί άνθρωποι που εκπροσωπούν αυθεντικά την ανθρώπινη κατάσταση. Η ποιήτρια ακυρώνει με αυτό τον τρόπο τα «μεγαλόσχημα» λόγια που γράφουν οι ιστορικοί και φτάνει στο βάθος των γεγονότων και των πραγμάτων.
Στο πρώτο ποίημα το ποιητικό εγώ αναρωτιέται πώς «ένας φτωχός σαλδαμάριος», ένας μπακάλης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, θύμα της υποτίμησης, εξήγησε στα παιδιά του «τι σημαίνει να μη σε λογαριάζει ο καιρός». Στον εφιάλτη της αγοράς, με τη δική μας σημασία της λέξης, ο φτωχός απαντά με αξιοπρέπεια. Με τη σειρά του αποφασίζει να μη λογαριάζει τον καιρό, το χρόνο, «Ανέβηκε σ’ ένα ξύλινο σκαμνί […] / έριξε μια ματιά στον Βόσπορο / και κάθισε να φάει»: τοποθετήθηκε συνειδητά μέσα στο χώρο και άφησε τη ροή του χρόνου να συνεχίζεται με τον πιο φυσικό τρόπο.
Στο δεύτερο ποίημα, ο χρόνος αλλάζει όψη, γίνεται νύχτα, ένα αρχέτυπο που κατακλύζει την ποίηση της Καριζώνη. Ο πασβάντης, ο νυχτοφύλακας, ζει και κυκλοφορεί μέσα στην άγρια νύχτα. Ο χρόνος ταυτίζεται με το σκοτάδι, συνεπώς με τη μη ύπαρξη. Στη συλλογή Πανσέληνος στην οδό Φράγκων (1990), η ποιήτρια έγραφε:

Η νύχτα είναι μια μάγισσα αρχαία
μαύρα κουρέλια και φωτιές στο πρόσωπο
κι ένα τσουβάλι στον ώμο της, αστέρια.
(«Η νύχτα»)

Αναρωτιόμαστε αν τα αστέρια, έστω και σε τσουβάλι, σηματοδοτούν το φως, την ελπίδα. Η απορία μας προσκρούει στην ετυμολογική έννοια της λέξης, α-πόρος, μη πέρασμα, χωρίς ανταπόκριση.
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε όλα τα ποιήματα ένα ένα, αποκαλύπτοντας την έντονη φιλοσοφική χροιά της ποίησης της Καριζώνη. Ο στοχασμός δεν είναι ωστόσο ο κύριος σκοπός της ποίησης. Αναμφιβόλως η αληθινή ποίηση έχει πάντα κάτι να πει, αλλά το λέει παρασύροντάς μας, σαν ποτάμι που κυλάει σε βάθος. Εξάλλου, το τρίτο ποίημα μοιάζει να μας μεταφέρει από το χρόνο στο χώρο. «Το προπατορικό λάθος» δεν είναι άλλο από τα δένδρα που δημιουργήθηκαν για να κατακτήσουν τον ουρανό και αποδέχθηκαν τη θέση που τελικά τα περίμενε: να «κουρνιάζουν στα κλαδιά τους τα πουλιά», τα αδέλφια τους που δεν υπάκουσαν στην εντολή να μείνουν στη γη, και επαναστάτησαν. Υπάρχει όμως και μια «άλλη άποψη», μας πληροφορεί το ποιητικό υποκείμενο: τόπος εκκίνησής τους είναι ο Άδης, τα κλαδιά τους είναι «τα σκελετωμένα χέρια των νεκρών». Με την αποδοχή της γήινης ύπαρξής του, το δένδρο μεταμορφώνεται σε αρχέτυπο, σε άξονα του σύμπαντος, που συνδέει τον Άδη, τη Γη και τον αρχικό προορισμό του, τον Ουρανό, ένα μη χώρο με τέταρτη διάσταση την αιωνιότητα, τον μη χρόνο. Μήπως όμως αυτό είναι ένα μάθημα για όλους μας, να αποδεχόμαστε τις ρίζες μας στη γη, αν θέλουμε να πετάμε ελεύθεροι στον ουρανό, απαλλαγμένοι από το βάρος του χρόνου; «Ας σβήσουμε πρώτα την έπαρση και μετά την πυρκαγιά», έλεγε ο Ηράκλειτος.

«Σε είδα κλεισμένο σε μια σταγόνα της βροχής», εξομολογείται σε παραλήπτη του ποιήματός της η ποιήτρια. Και η Κοκκινοσκουφίτσα είχε εκμυστηρευτεί στο προηγούμενο ποίημα: «αισθάνομαι ασφάλεια στην κοιλιά του ζώου». Ο χρόνος είναι εδώ η τέταρτη διάσταση του σκοτεινού χώρου. Προτιμούμε τον οριοθετημένο χώρο από το άνοιγμα του σύμπαντος. Και όταν το ποιητικό εγώ συνομιλεί με άλλο παραλήπτη, μας μεταφέρει σε άλλο κόσμο:
Δεν θα ξανασυναντηθούμε, μου φώναξες
γιατί δεν υπάρχει χρόνος στο σύμπαν
Ένα σύμπαν στο οποίο δεν υπάρχει χρόνος ανήκει στο επέκεινα. Στο εδώ σύμπαν κυριαρχεί ο χρόνος, ενώ έχει συγκεκριμένα όρια. Οι παραπάνω στίχοι από το ποίημα «Μνήμη» ερμηνεύουν το συγκλονιστικό «Μνημόσυνο» από τη συλλογή Ο ράφτης Ραντοσλάβ από το 1470. Στον ουρανό η γιαγιά τηγανίζει χρυσόψαρα –μεταμόρφωση των δακρύων νεαρής αγίας–, για να επικοινωνεί με τη γη και να ανάβει τα αστέρια τη νύχτα. Στην αρχή τα χρυσόψαρα βογκούν, όπως όλοι μας, μετά ησυχάζουν. Το πιο ποιητικό όμως σημείο βρίσκεται στην πράξη της γιαγιάς να ακυρώσει την έννοια της αιωνιότητας που χαρακτηρίζει οτιδήποτε συμβαίνει στον ουρανό, να διατηρήσει τα χωροχρονικά όρια των θνητών και να απονείμει θνητότητα στα πλάσματα του ουρανού. Στην ποίηση της Καριζώνη, ο σκοτεινός χρόνος είχε φτάσει ήδη από το 2002 στα ουράνια φαινόμενα.
«Η αιώνια σιωπή αυτών των απείρων διαστημάτων με τρομάζει», έγραψε ο Πασκάλ. Ωστόσο, όταν σκάβουμε στο ασυνείδητο συναντάμε την Ιστορία. Ένα ταξίδι στα βάθη της Θεσσαλονίκης για να χτιστεί το μετρό, μοιάζει με ταξίδι στην ψυχή που οδηγεί σε εξερεύνηση της ιστορίας της πόλης. Η πορεία αυτή είναι ένα παιχνίδι σκακιού, «το παίζουμε κρυφά κάτω απ’ τις λέξεις». Άρα, σκοτεινός δεν είναι μονάχα ο χρόνος που μας επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις. Είναι επίσης αυτός που γεννιέται στον Άδη ή κρύβεται σε υπόγειους χώρους, που ξεκινά από το ασυνείδητο, ατομικό ή συλλογικό. Η γλώσσα του ασυνειδήτου δημιουργεί και καταργεί το χρόνο. Γίνεται η μαύρη τρύπα του σύμπαντος που καταβροχθίζει στιγμές και όντα.
Ο χρόνος διαμορφώνεται από γεγονότα, τις μεταξύ τους σχέσεις και τη συμπαντική αλληλουχία που ακολουθούν, έλεγε ο Λάιμπνιτς. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αν δεν υπάρχει χρόνος δεν υπάρχουν γεγονότα. Αυτή η θεωρία οδήγησε στη σύλληψη του χωροχρόνου. Και η Κατερίνα Καριζώνη γράφει στο ποίημα «Μεταμορφώσεις»:
Μέσα μου υπάρχει κρυμμένο ένα σπίτι
όπου κατοικώ εδώ και χρόνια.
Ζούμε μέσα στο χωροχρόνο, ο χωροχρόνος ζει μέσα μας. Υπάρχει άρα υπάρχουμε.

Η ποίηση της Κατερίνας Καριζώνη σπάει τα φράγματα των καιρών και της έκτασης, κυλά σαν ποτάμι, γίνεται Αχέροντας που ξεκινά από τον Άδη, για να κάψει και να δροσίσει τη γη, και μέσα από τα δέντρα να χαϊδέψει τον ουρανό. Μια μοναδική ποίηση που διαβάζεται σαν αφήγηση της πάλης του Εγώ με τον Κρόνο-χρόνο, δηλαδή με την ίδια του την ύπαρξη.

(Υπό δημοσίευση στο περιοδικό Θευθ, τ. 7, Ιούνιος 2018)

No comments: