Γύρισα
και τη βρήκα μουχλιασμένη
καθόταν σε μια τσιμεντένια πολυθρόνα
και κεντούσε
ένα τατουάζ με τις βελόνες της βροχής.
΄Ανοιξε σιγά σιγά το παλτό της
και τότε είδα
ένα φωτισμένο σπίτι
να πλεει στην ομίχλη.
Απ΄το παράθυρο είδα τη μητέρα
με άσπρη ρόμπα και γάντια από φώσφορο
να κάνει ενέσεις σε κάτι πεθαμένες φίλες της
την θεία Σούλα απ΄ τη Στουτγκάρδη
και τον Θόδωρο απ΄το Κάϊρο
με μολυβί βαλίτσες
φορούσαν όλοι βυζαντινές κορώνες στο κεφάλι
και με κοίταζαν.
΄Ηρθα στη Σαλονίκη, σκέφτηκα αμέσως.
Τότε όρμηξαν πάνω μου κρώζοντας
κάτι μαύροι αγριόκυκνοι
και οι πολεμίστρες του Λευκού Πύργου
φάνηκαν στα κύτταρα.
2 comments:
Κάθε φορά που περνάω καταλαβαίνω πόσο πολύ μου ταιριάζει ο τρόπος γραφής σου. Στους δέκα αγαπημένους σύγχρονους λογοτέχνες έχεις βρει τη ζεστή γωνιά σου στην καρδιά μου. Μα τι εικόνες!
Σ΄ευχαριστώ πολύ Νίκο μου .Πήρα και τις ερωτήσεις και θα σου τις απαντήσω το συντομώτερο δυνατόν.
Post a Comment