μες στη νύχτα και μας ψάχνουν
κάθε φορά που αργούμε να επιστρέψουμε
ένα ραγισμένο άγαλμα
στέκει πότε πότε στην εξώπορτα
κρατάει μια λάμπα θυέλλης που αργοσβήνει
γύρω του πετούν φύλλα ξερά
από παλιούς κήπους που χωνεύουν στην ομίχλη.
Μητέρα, που πάντα περιμένεις να γυρίσω
ενώ ξέρεις ότι ποτέ κανείς δεν ξαναγύρισε
μην στέλνεις άλλο τα σπίτια να με αναζητούν
μην ετοιμάζεις το τραπέζι για τα αγάλματα
μην ανάβεις εκείνο το απειλητικό
υπογλώσσιο φεγγάρι σου
μην με τρομάζεις με τις μάσκες των νεκρών.
4 comments:
Μάλλον, ξεχασμένο στις παιδικές μας σκέψεις... Πολύ όρμορφο και τόσο νοσταλγικό.
Σ΄ευχαριστώ Δήμο για τα καλά σου λόγια.
Το όμ ορφο δεν είναι αρκετό. Είναι αληθινό, γροθιά στα συνηθισμένα, μοναδικό... ΜΠΡΑΒΟ!
Σ΄ευχαριστώ Νίκο μου.
Post a Comment