Τρεις ασημένιες γυναίκες
βγήκαν από τη
θάλασσα
κρατούσαν τάσια
και σουράυλια
και χορεύαν
μέχρι να
καταλάβω τι συμβαίνει
μεταμορφώθηκαν
σε άντρες
λεπτούς,
ψηλούς και γενειοφόρους
πάνω σε
άλογα με πόδια σαν βελόνες
κάτι ρωτούσαν, αλλά δεν μπορούσα να ακούσω
ύστερα γίναν
χιονισμένοι κέδροι
στην
άκρη ενός παράξενου γκρεμού
όπου είχε
πέσει ένα λεωφορείο το καλοκαίρι
μετά από μια
χαρούμενη εκδρομή
ξύπνησα αλαφιασμένη
κι άναψα το φως
κι είδα μες στις
πτυχές του σεντονιού μου έναν ίσκιο
ήταν ο ίσκιος ενός ουρανοξύστη
έξω γαυγίζανε τα άστρα στο σκοτάδι
μέσα γαυγίζαν τα παλιά μας ποιήματα.
No comments:
Post a Comment